Άκυρη η απόλυση για εκδικητικούς λόγους – Δικαίωση για εργαζόμενο με αποζημίωση 41.556 ευρώ
Ομπρέλα προστασίας σε εργαζομένους ανοίγει με απόφασή του ο Άρειος Πάγος κρίνοντας άκυρες απολύσεις όταν αυτές γίνονται για εκδικητικούς λόγους. Το Ανώτατο Ποινικό Δικαστήριο της χώρας δικαίωσε εργαζόμενο και επισφράγισε την αποζημίωση που του είχε επιδικασθεί από το Εφετείο ύψους 41.556 ευρώ.
Ειδικότερα, η υπόθεση που απασχόλησε τον Άρειο Πάγο αφορά σε εργαζόμενο, ο οποίος έχασε τη δουλειά του επειδή δεν δέχθηκε να υπογράψει την αξίωση των εργοδοτών του για εικονική απόλυσή του χωρίς την καταβολή αποζημίωσης και τη συνέχιση της εργασίας του χωρίς ασφάλιση.
Ο εν λόγω εργαζόμενος είχε προσληφθεί το 2008 σε αναψυκτήριο-εστιατόριο. Τότε, είχε υπογράψει σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου. Μετά από 14, όμως, μήνες καταρτίστηκε νέα σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, πλήρους απασχόλησης και πενθήμερης εργασίας. Ακολούθησε στη συνέχεια η υπογραφή νέας σύμβασης εκ περιτροπής εργασίας 16 ήμερων τον μήνα. Όπως προκύπτει από την απόφαση του Αρείου Πάγου, ο εργαζόμενος στην πραγματικότητα εργαζόταν με καθεστώς πλήρους απασχόλησης και αναγκάστηκε να υπογράψει τη τελευταία σύμβαση καθώς απειλήθηκε με απόλυση.
Παρ’ όλα αυτά, τον Σεπτέμβριο του 2011 ο εν λόγω υπάλληλος απολύθηκε χωρίς οι εργοδότες του να του καταβάλλουν τη νόμιμη αποζημίωση. Ο εργαζόμενος δεν υπέγραψε την καταγγελία της σύμβασης, γιατί είχε ανακριβή στοιχεία και κυρίως γιατί το ποσό της αποζημίωσής του ήταν πολύ χαμηλότερο από αυτό που δικαιούνταν. Στη συνέχεια, οι εργοδότες επανήλθαν. Αφού αναγνώρισαν την ακυρότητα της καταγγελίας αυτής, την κατήγγειλε εκ νέου, δίνοντας ως αποζημίωση στον υπάλληλο 2.216 ευρώ.
Ωστόσο, σύμφωνα με την απόφαση του Αρείου Πάγου ο εργαζόμενους πριν απολυθεί είχε δεχθεί πρόταση από την εταιρεία να αποδεχθεί την εικονική απόλυσή του, χωρίς να του καταβληθεί η νόμιμη αποζημίωση και παράλληλα να συνεχίσει να εργάζεται χωρίς ασφάλιση. Ο υπάλληλος δεν συμφώνησε και προσέφυγε στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), καταγγέλλοντας τις παράνομες πρακτικές της εταιρείες αλλά και στη Δικαιοσύνη.
Ακόμη σύμφωνα με τον Άρειο Πάγο, η καταγγελία έγινε και «επειδή ο απασχολούμενος είχε προσφύγει στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας, διεκδικώντας όλες τις έως τότε εργασιακές του αξιώσεις εναντίον της (της επιχείρησης) και επιπλέον καταγγέλλοντας τη μη νόμιμη απαίτηση της τελευταίας για εικονική απόλυση και συνέχιση της εργασίας του ως ανασφάλιστος, ενέργειες οι οποίες ήταν απολύτως σύννομες από πλευράς του ενάγοντος, αλλά ουδόλως αρεστές στην εναγομένη-εργοδότριά του, η οποία για το λόγο αυτό προέβη στην απόλυσή του, προκειμένου να απαλλαγεί οριστικά από αυτόν, ο οποίος ως εργαζόμενος απέκρουσε την αντισυμβατική και μη σύννομη συμπεριφορά της».
Μάλιστα, όπως δέχθηκε το Ανώτατο Ποινικό Δικαστήριο για όλο το χρονικό διάστημα που ο εργαζόμενος απασχολήθηκε στην επιχείρηση δεν έλαβε ποτέ τα επιδόματα γάμου, προϋπηρεσίας και τουριστικής εκπαίδευσης.
Ειδικότερα, η υπόθεση που απασχόλησε τον Άρειο Πάγο αφορά σε εργαζόμενο, ο οποίος έχασε τη δουλειά του επειδή δεν δέχθηκε να υπογράψει την αξίωση των εργοδοτών του για εικονική απόλυσή του χωρίς την καταβολή αποζημίωσης και τη συνέχιση της εργασίας του χωρίς ασφάλιση.
Ο εν λόγω εργαζόμενος είχε προσληφθεί το 2008 σε αναψυκτήριο-εστιατόριο. Τότε, είχε υπογράψει σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου. Μετά από 14, όμως, μήνες καταρτίστηκε νέα σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, πλήρους απασχόλησης και πενθήμερης εργασίας. Ακολούθησε στη συνέχεια η υπογραφή νέας σύμβασης εκ περιτροπής εργασίας 16 ήμερων τον μήνα. Όπως προκύπτει από την απόφαση του Αρείου Πάγου, ο εργαζόμενος στην πραγματικότητα εργαζόταν με καθεστώς πλήρους απασχόλησης και αναγκάστηκε να υπογράψει τη τελευταία σύμβαση καθώς απειλήθηκε με απόλυση.
Παρ’ όλα αυτά, τον Σεπτέμβριο του 2011 ο εν λόγω υπάλληλος απολύθηκε χωρίς οι εργοδότες του να του καταβάλλουν τη νόμιμη αποζημίωση. Ο εργαζόμενος δεν υπέγραψε την καταγγελία της σύμβασης, γιατί είχε ανακριβή στοιχεία και κυρίως γιατί το ποσό της αποζημίωσής του ήταν πολύ χαμηλότερο από αυτό που δικαιούνταν. Στη συνέχεια, οι εργοδότες επανήλθαν. Αφού αναγνώρισαν την ακυρότητα της καταγγελίας αυτής, την κατήγγειλε εκ νέου, δίνοντας ως αποζημίωση στον υπάλληλο 2.216 ευρώ.
Ωστόσο, σύμφωνα με την απόφαση του Αρείου Πάγου ο εργαζόμενους πριν απολυθεί είχε δεχθεί πρόταση από την εταιρεία να αποδεχθεί την εικονική απόλυσή του, χωρίς να του καταβληθεί η νόμιμη αποζημίωση και παράλληλα να συνεχίσει να εργάζεται χωρίς ασφάλιση. Ο υπάλληλος δεν συμφώνησε και προσέφυγε στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), καταγγέλλοντας τις παράνομες πρακτικές της εταιρείες αλλά και στη Δικαιοσύνη.
Τι έκρινε ο Άρειος Πάγος
Η υπόθεσή του έφτασε και στον Άρειο Πάγο ο οποίος δικαίωσε οριστικά τον εργαζόμενο. Όπως έκριναν οι αρεοπαγίτες η καταγγελία της σύμβασης εργασίας «ασκήθηκε καταχρηστικά από πλευράς τής εταιρείας από εμπάθεια και εκδικητικότητα προς το πρόσωπο του ενάγοντος ως εργαζόμενου, επειδή αυτός αρνήθηκε, να αποδεχθεί την μη σύννομη αξίωσή της και εργασιακή της πρακτική περί εικονικής απόλυσής του και συνέχιση της εργασίας του χωρίς ασφάλιση».Ακόμη σύμφωνα με τον Άρειο Πάγο, η καταγγελία έγινε και «επειδή ο απασχολούμενος είχε προσφύγει στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας, διεκδικώντας όλες τις έως τότε εργασιακές του αξιώσεις εναντίον της (της επιχείρησης) και επιπλέον καταγγέλλοντας τη μη νόμιμη απαίτηση της τελευταίας για εικονική απόλυση και συνέχιση της εργασίας του ως ανασφάλιστος, ενέργειες οι οποίες ήταν απολύτως σύννομες από πλευράς του ενάγοντος, αλλά ουδόλως αρεστές στην εναγομένη-εργοδότριά του, η οποία για το λόγο αυτό προέβη στην απόλυσή του, προκειμένου να απαλλαγεί οριστικά από αυτόν, ο οποίος ως εργαζόμενος απέκρουσε την αντισυμβατική και μη σύννομη συμπεριφορά της».
Μάλιστα, όπως δέχθηκε το Ανώτατο Ποινικό Δικαστήριο για όλο το χρονικό διάστημα που ο εργαζόμενος απασχολήθηκε στην επιχείρηση δεν έλαβε ποτέ τα επιδόματα γάμου, προϋπηρεσίας και τουριστικής εκπαίδευσης.
Αναδημοσίευση Άρθρου: