Προϋπολογισμος φοροεπιθεσης στο λαο

Η διάρθρωση των εσόδων και των δαπανών φωτίζει πως και ο προϋπολογισμός του 2020 επιδεινώνει την κατάσταση σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων και αποτελεί έναν ακόμα μηχανισμό αναδιανομής προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου.
Η φοροεπιδρομή στο λαό εντείνεται, με τους συνολικούς φόρους να αυξάνονται
στα 52,2 δισ. ευρώ απ' τα 51,4 δισ. πέρυσι, τους έμμεσους φόρους (ΦΠΑ) που ξεζουμίζουν τους εργαζόμενους να αυξάνονται στα 28,6 δισ. ευρώ από 27,9 δισ. το 2019, και το φόρο εισοδήματος που πληρώνουν οι εργαζόμενοι να αυξάνεται επίσης στα 11,4 δισ. ευρώ από 11,1 δισ. το 2019. Τα ίδια τα στοιχεία του προϋπολογισμού αποδεικνύουν την κυβερνητική κοροϊδία για «μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης» του λαού με το πρόσφατο φορολογικό νομοσχέδιο.
Ο προϋπολογισμός του 2020 όχι απλά δεν αναιρεί την τεράστια φορολογική επιβάρυνση του λαού που φόρτωσαν στις πλάτες του ο ΣΥΡΙΖΑ και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, αλλά φέρνει καινούργια, πρόσθετα βάρη.
Οι σφικτοί δημοσιονομικοί στόχοι για τερατώδη πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% για το 2020 και το 2021, όπως καθορίζει το 3ο μνημόνιο ΣΥΡΙΖΑ - ΝΔ, παραμένουν, ενώ ο δημοσιονομικός χώρος που «κατάφερε» η κυβέρνηση με τη μείωση των «υπερπλεονασμάτων» χωράει μόνο τις παροχές προς το μεγάλο κεφάλαιο.
Ιδιαίτερο στοιχείο της κυβερνητικής επίθεσης στους εργαζόμενους είναι η κλιμάκωση της πολιτικής του εξαναγκασμού σε «ηλεκτρονικές αγορές» που θεμελίωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, που κυριολεκτικά τσακίζει τους αυτοαπασχολούμενους με τη νέα αύξηση του κατώτατου ορίου για ηλεκτρονικές αγορές στο δυσθεώρητο 30% του εισοδήματος.
Η αστική πολιτική για το πλαστικό χρήμα ωφελεί τις τράπεζες, μέσα απ' τις οποίες περνάει όλο το ηλεκτρονικό εμπόριο, και τις μεγάλες εταιρείες που αυξάνουν το μερίδιό τους, οι οποίες δεν έχουν ανάγκη να «κρύβουν» τα εισοδήματά τους αφού νόμιμα πληρώνουν ελάχιστους έως καθόλου φόρους. Παράλληλα, η πολιτική αυτή «ευνοεί» και την κυβέρνηση αφού «φανερώνει» ένα κομμάτι της οικονομίας, το φέρνει στη «νόμιμη» οικονομία και με τον τρόπο αυτό εμφανίζει το ΑΕΠ αυξημένο.
Ο ΕΝΦΙΑ, παρά τις μειώσεις στους συντελεστές, εμφανίζεται αυξημένος στον προϋπολογισμό σε σχέση με το 2019. Η κυβερνητική μεθόδευση φανερώνεται στην αναφορά μιας «δίκαιης ανακατανομής του ΕΝΦΙΑ» μέσα απ' τον υπολογισμό της πραγματικής αντικειμενικής αξίας των «πολύ ακριβών» ακινήτων που βρίσκονται σε τουριστικές παραθαλάσσιες ζώνες. Με απλά λόγια, καινούργιος στόχος της φορολογικής πολιτικής είναι η λαϊκή κατοικία παραθερισμού, με τη φορολογική πολιτική να εξελίσσεται και σε ένα εργαλείο προώθησης της «τουριστικής αξιοποίησης» της ακίνητης περιουσίας, πλευρά που εντάσσεται στον στόχο της θεαματικής αύξησης του τουριστικού ρεύματος.
Ο ταξικός χαρακτήρας της ανάπτυξης αποδεικνύεται επίσης από τη διάρθρωση των κρατικών δαπανών και τις προσπάθειες «εξοικονόμησής» τους. Χαρακτηριστικά, ο προϋπολογισμός προβλέπει νέα συρρίκνωση κατά 500 εκατομμύρια ευρώ στο κονδύλι για τις συντάξεις και «εξοικονόμηση» στις δαπάνες των ΟΤΑ ύψους 110 εκατ. ευρώ μέσα απ' την αύξηση της εισπραξιμότητας των εσόδων των δήμων, δηλαδή μέσα από μεγαλύτερη απομύζηση των εργαζόμενων - λαϊκών στρωμάτων απ' το τοπικό κράτος κ.τ.λ.
Αναδημοσίευση αποσπάσματος άρθρου:
με τίτλο "Ανάπτυξη για το κεφάλαιο σημαίνει νέες θυσίες για το λαό"
Εφημ. Ριζοσπάστης, 14-15/01/2019
Από το Blogger.